Σάββατο 11 Μαΐου 2013

Παραμυθι #2

 Μια φορα και ενα καιρο ηταν μια πριγκιπισσα, που οπως ολες οι πριγκιπισσες ζουσε σε ενα καστρο παγιδευμενη, με ενα δρακο που τη φιλουσε, περιμενοντας εναν πριγκιπα να τη σωσει. Μονο που αυτη η πριγκιπισσα ειχε κατι διαφορετικο απο τις υπολοιπες. Κανενας μα κανενας πριγκιπας δεν ειχε προσπαθησει να την σωσει. Κανεις δεν ειχε φτασει μεχρι τις πυλες του παλατιου της, κανεις δεν ειχε προσπαθησει να αντιμετωπισει τον δρακο που τη φυλαγε. Πολλοι ξεκιναγαν το μακρινο ταξιδι για να την βρουν αλλα καπου στη μεση ξεχναγαν τον σκοπο και το προορισμο τους, και γυρνουσαν πισω.
 Στην αρχη η μικρη πριγκιπισσα δεν το εβαζε κατω και περιμενε τον σωτηρα της. Αργοτερα ομως η ελπιδα της αρχισε να σβηνει. Σιγα σιγα καταλαβαινε την αληθεια, κανεις δεν τα την εσωζε ποτε. Ηταν μονη της στο σκοτεινο παλατι με τον δρακο. Και ολο το σκοταδι πυκνωνε.
 Μια μερα, ενας ταξιδιωτης που περασε απο εκει τυχαια, αποφασισε απο περιεργια να μπει και να εξερευνησει το καστρο. Στην ατσαλενια πυλη ηρθε προσωπο με προσωπο με τον φοβερο δρακο. Πολεμισαν ωρες πολλες, μα στο τελος ο γεναιος αντρας ηταν ο νικητης. Γεματος βιασυνη ετρεξε στην καμαρα στο τελευταιο πατωμα του καστρου, περιμενοντας να συναντησει το παραμυθενιο προσωπο καποιας πριγκιπισσας, που θα τον ερωτευοταν για το σθενος και τη γενναιοτητα του. Αντιθετα, αυτο που το περιμενε ηταν ενα αδειο, αραχνιασμενο και σκοτεινο δωματιο. Απογοητευμενος, κατεβηκε παλι προς την πυλη. Καθως προσπερνουσε το πτωμα του δρακου, παρατηρησε κατι χρυσο να προεξεχει απο την σφαγμενη κοιλια του. Πλησιασε και κοιταξε καλυτερα. Αυτο που εβλεπε ηταν μακρια, καταξανθα μαλλια. Μεσα στη κοιλια του δρακου κειτοταν μια νεκρη κοπελα.

 Και ζησαν αυτοι καλα και μεις καλυτερα.